προκατάληψη

προκατάληψη
Ο όρος σημαίνει κρίση που δεν επαληθεύτηκε ή κρίση εκ των προτέρων με βάση σχήματα που έγιναν αποδεκτά, χωρίς κριτική σκέψη, από την κοινή παράδοση. Βασιζόμενη εξάλλου στην απλή γνώμη, η π. αποτελεί άκαμπτη στάση, επηρεαζόμενη από ένα συναισθηματικό φορτίο που παρεμποδίζει την ορθή γνώση και καθορίζει τη συμπάθεια ή αντιπάθεια προς ένα άτομο ή μία ομάδα. Η περιοχή διείσδυσης της π. είναι πολύ εκτεταμένη και μπορεί να περιλαμβάνει κάθε πολιτιστική μορφή, που συνδέεται με πλευρές και μεθόδους, οι οποίες μπορούν να ερμηνευθούν σύμφωνα με μια διαμορφωτική γνώμη (πατροπαράδοτα έθιμα, πρακτική ιατρική, θρησκευτικές αντιλήψεις, εικονογραφικοί φορμαλισμοί στον τομέα της τέχνης). Από επιστημονική άποψη, με την π. ασχολούνται η κοινωνιολογία και η ψυχολογία, σχετικά με τον ρόλο της στον προσανατολισμό των ατόμων στο κοινωνικό περιβάλλον. Η αλληλεξάρτηση των μελών μιας κοινότητας και οι σχέσεις που αυτή αποκαθιστά με το εξωτερικό (του τύπου πόλης - υπαίθρου ή με άλλους λαούς) εξετάζονται από την πλευρά της π. ή του στοιχειώδους υποδείγματος συμπεριφοράς με τον σκοπό διαμόρφωσης μιας στατικής και γενικευμένης αντίληψης σχετικά με την κοινωνική δομή. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη: α) η ανάγκη ενότητας των ατόμων στην ομάδα, β) η ανάγκη καθορισμού ορισμένων στερεοτύπων για την αναγνώριση της ίδιας της ομάδας, γ) η διαμόρφωση μηχανισμού άμυνας στην τάξη μιας ιδρυμένης ομάδας. Γι’ αυτό, η αντιπροσωπευτική λειτουργία της π. στο περιβάλλον της ομάδας (ή κοινότητας) προκύπτει από την αποδοχή μιας γενικής αρχής συμφωνίας σχετικά με τη σημασία των σχέσεων και των αξιών που έχουν κοινωνικά εγκαθιδρυθεί ως μέσο αναγνώρισης και ελέγχου των σχετικών τρόπων συμπεριφοράς, του δυνατού της ολοκλήρωσής τους ή της παρέκκλισής τους σε ό,τι αφορά την κοινή προσδοκία. Γενικά, η π. μπορεί να θεωρηθεί ως η ομοιόμορφη αντίδραση που εκφράζουν τα μέλη μιας κοινότητας κατά την προσχώρησή τους σε αυτήν, καθορίζοντας, μαζί με τον πολιτιστικό της πυρήνα, και τα οριακά της σημεία με τις άλλες κοινότητες. Η μελέτη, κατά συνέπεια, της π. περιλαμβάνει τη διαπίστωση όχι μόνο των πολιτιστικών διαφορών μεταξύ των λαών αλλά και των ανταγωνισμών μεταξύ της ομάδας των δικών μας (της πλειοψηφίας) και των άλλων (της μειοψηφίας). Από την άποψη αυτή μπορεί να ειπωθεί ότι η κοινωνιολογία αναλύει την π. κάτω από το πρίσμα του εθνοκεντρισμού. Το ζήτημα της π. όμως συνδέεται με το πρόβλημα των μειονοτήτων (εθνικών, θρησκευτικών, φυλετικών) και των αντιδράσεων που αυτές προκαλούν στη μέσης πλειοψηφίας κοινότητα, γι’ αυτό και αποτελεί αντικείμενο μελέτης κυρίως της εθνολογίας. Ο νοτιοαφρικανός αγωνιστής εναντίον του Απαρτχάιντ Στίσεν Μπίκο (φωτ. ΑΠΕ).
* * *
η / προκατάληψις, -ήψεως, ΝΜΑ [προκαταλαμβάνω]
ρητορικό σχήμα κατά το οποίο ο ρήτορας ανασκευάζει ενδεχόμενη αντίρρηση τού αντιπάλου
νεοελλ.
1. γνώμη που σχηματίζεται εκ τών προτέρων από εξωτερικό επηρεασμό και χωρίς ενδελεχή εξέταση πραγμάτων, κυρίως γνώμη κακή και μεροληπτική («έκριναν με προκατάληψη»)
2. μεροληπτική στάση, και προδιάθεση για δυσμενή αντίδραση απέναντι σε ένα πρόσωπο, ομάδα ή στα μέλη της, επειδή ανήκουν σε μια ορισμένη κατηγορία, στάση, βασικό χαρακτηριστικό τής οποίας είναι ότι εκπηγάζει από στερεότυπες πεποιθήσεις και διαδικασίες και όχι από την πραγματική εξακρίβωση τών πραγματικών χαρακτηριστικών τής κατηγορίας αυτής («πολλοί έχουν προκατάληψη κατά τών γυναικών υπαλλήλων»)
αρχ.
1. άλωση, κατάληψη εκ τών προτέρων
2. προκαταρκτική αντίληψη, μάθηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • προκατάληψη — η 1. γνώμη από επηρεασμό, χωρίς βαθιά εξέταση, αλλ. προδιάθεση: Πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα χωρίς προκατάληψη. 2. ρητορικό σχήμα, προκαταβολική ανασκευή ενδεχόμενης αντίρρησης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προκαταλήψῃ — προκαταλήψηι , προκατάληψις seizing in advance fem dat sg (epic) προκαταλαμβάνω seize beforehand fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • αναγέννηση — I Χρονική περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ακολουθεί τον Μεσαίωνα.Με τον όρο Α. (ιταλ. Rinascimento, Rinascita Rinascenza,γαλλ. Renaisance), σε αντιδιαστολή προς τον Μεσαίωνα που θεωρείται περίοδος βαρβαρότητας, χαρακτηρίζεται ένα… …   Dictionary of Greek

  • ανεπηρέαστος — η, ο (Α ἀνεπηρέαστος, ον) νεοελλ. 1. (για πρόσωπα) μη επηρεαζόμενος, αντικειμενικός, αμερόληπτος, χωρίς προκατάληψη 2. (για πράγματα) αναλλοίωτος, αμετάβλητος αρχ. αβλαβής …   Dictionary of Greek

  • αντισημιτισμός — Εχθρότητα με συναισθηματικό ή πολιτικό περιεχόμενο, που εκδηλώνεται σε διάφορες χώρες εναντίον των Εβραίων. Ο όρος α. εμφανίζεται για πρώτη φορά γύρω στα 1870, σε μια στιγμή που ψευδοεπιστημονικές θεωρίες, οι οποίες βασίζονταν στον ρατσισμό,… …   Dictionary of Greek

  • καταζηλώ — καταζηλῶ, όω (Α) δημιουργώ προκατάληψη εναντίον κάποιου. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ζηλῶ (< ζῆλος)] …   Dictionary of Greek

  • οικονομία — Ο όρος, ελληνικός που έγινε παγκόσμιος, σημαίνει, στην πρώτη του έννοια, διαχείριση του οίκου· γενικότερα όμως ο. είναι σήμερα η επιστήμη που μελετά την παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση του πλούτου και συγχρόνως τους νόμους που τις… …   Dictionary of Greek

  • περιωπή — η, ΝΜΑ ψηλό μέρος με ανοιχτή θέα νεοελλ. 1. εξέχουσα θέση 2. φρ. α) «άνθρωπος [επιστήμονας, ειδικός κ.λπ.] περιωπής» ή «υψηλής περιωπής» άνθρωπος [επιστήμονας, ειδικός κ.λπ.] μεγάλης αξίας, μεγάλου κύρους ή υψηλής καταγωγής 3. «από περιωπής» i)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”